Χρήστος Η. Χαλαζιάς
Από τα πρώτα διατάγματα που υπέγραψε ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ αμέσως μετά την ορκωμοσία του ήταν και αυτό που αφορούσε την αποχώρηση της χώρας του από την (Trans Pasific Partnershipή (Διατλαντική Εταιρική Σχέση Συναλλαγών), ή Δια– Ειρηνικού Εμπορική Σύμπραξη (T.T.P) στην οποία μετέχουν 12 χώρες ( Η.Π.Α, Καναδάς, Μεξικό Περού, Χιλή, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Σιγκαπούρη, Μαλαισία, Μπρουνέι, Βιετνάμ, και Ιαπωνία).
Το σύμφωνο εμπορικής συνεργασίας (καλύπτει περίπου το 40% της παγκόσμιας οικονομίας) δημιούργησε ένα νέο μπλοκ στην παγκόσμια οικονομία με περιορισμένους δασμούς και εμπόδια για μια μεγάλη κατηγορία προϊόντων.
Οι πρώτες διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ για την εμπορική συμφωνία άρχισαν το 2008. Η συνάντηση έγινε στη Σόλτ Λέικ Σίτυ της Γιούτα. Τα κείμενα και τα σχέδια της διαπραγμάτευσης έχουν παραμένει ακόμη και σήμερα στο σκοτάδι, ενώ οι μόνες πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, είναι ελάχιστες, και προέρχονται από διαρροές ακτιβιστών.
Κανείς δεν γνωρίζει (πέρα της πολυεθνικής ομάδας που προωθεί το πρόγραμμα αυτό), το τι ακριβώς περιλαμβάνει η συμφωνία, καθώς οι κυβερνήσεις των χωρών – μελών που την έχουν υπογράψει δεν επιτρέπεται να ενημερώσουν το λαό τους, ακόμη και τα μέλη των κυβερνήσεων τους, δεν έκαναν ποτέ ανοιχτή συζήτηση για τις συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν στο μέλλον για την οικονομική βιωσιμότητας ή μη της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, η οικονομική επιτροπή της Γερουσίας των ΗΠΑ πέρασε νομοθεσία η οποία όχι μόνο εντατικοποιούσε τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου αλλά αφαιρούσε από τη Γερουσία κάθε δικαίωμα να ασκηθεί βέτο σε κάποιο από τα άρθρα. Με άλλα λόγια την αποκλειστική ευθύνη για τη συμφωνία θα έχει μια ομάδα από νομικούς αντιπροσώπους των άμεσα εμπλεκόμενων πολυεθνικών.
Ο στόχος της συνεργασίας αυτής ξεκίνησε ως αντίβαρο στην ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή της Κίνας στην Παγκόσμια αγορά, με σκοπό τον ανταγωνισμό και να προωθήσει στις αγορές της Ν. Α Ασίας προϊόντα και υπηρεσίες εταιρειών που έχουν έδρα τις ΗΠΑ.
Αυτά που έχουν διαρρεύσει μέχρι σήμερα καθιστούν σαφές ότι η συμφωνία αυτή δεν αφορά αποκλειστικά το εμπόριο. Στην ουσία η TTP δίνει υπέρ εξουσία στις πολυεθνικές εταιρείες έναντι των κρατών. Αν μια κυβέρνηση πάρει μέτρα τα οποία θίγουν τα συμφέροντα μιας πολυεθνικής που δραστηριοποιείται στη χώρα – όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού των εργαζομένων – τότε η εταιρεία έχει δικαίωμα να σύρει το κράτος στα διεθνή δικαστήρια και να πετύχει την αναίρεση της απόφασης, ή ακόμη και να ζητήσει αποζημίωση. Το ίδιο ισχύει αν μια εταιρεία προκαλέσει κάποια περιβαλλοντική καταστροφή, οι κυβερνήσεις δεν έχουν το δικαίωμα να παύσουν τη λειτουργία της πολυεθνικής ή να επιβάλλουν νόμους που θα προστατεύσουν το περιβάλλον.
Πιο συγκεκριμένα, η αρχή του μηχανισμού της ασυλίας, που ουσιαστικά αποκτούν, είναι η χορήγηση του δικαιώματος στις εταιρείες να μηνύουν τις κυβερνήσεις και τους αντίστοιχους κυβερνητικούς οργανισμούς μιας χώρας, που έχει νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις προσκρουόμενες στα εταιρικά κέρδη. Για παράδειγμα, οι απαγορεύσεις της Γαλλίας σχετικά με τα γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα είναι, σύμφωνα με τις «συνεργασίες», «περιορισμός του εμπορίου», ή ακόμη να επιτρέψουν σε καπνοβιομηχανίες να μηνύουν κυβερνήσεις οι οποίες παίρνουν μέτρα υπέρ της υγείας των πολιτών απλά και μόνο επειδή προσκρούει στα εταιρικά κέρδη!
Τα δικαστήρια αυτά στελεχώνονται από εταιρείες που βρίσκονται εκτός των δικαστικών συστημάτων ενός κυρίαρχου κράτους, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι παύει πλέον η έννοια «κυρίαρχο κράτος». Κι αυτό αιτιολογείται επίσης από το γεγονός ότι οι αγωγές δικάζονται, από αντίστοιχα εταιρικά δικαστήρια. Κοντολογίς η εταιρεία γίνεται και δικαστής και ένορκος και εισαγγελέας! Δεν μπορεί να χάσει! Οι συνεργασίες αυτές αποτελούν μία άτυπη και σκιώδη μορφή κράτους, κατέχοντας, όμως, ισχυρότερες εξουσίες από κάθε νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση.
Έτσι με την διατλαντική συμφωνία εμπορίου θεσμοθετείται η ασυδοσία των πολυεθνικών απέναντι στους λαούς. Η επίλυση διαφορών μεταξύ πολυεθνικών και κρατών θα γίνεται διαμέσου αυτής της συμφωνίας και θα αποτελεί τον κανόνα και όχι την “εξαίρεση”. Η συμφωνία αυτή ενισχύει δραματικά την ισχύ των πολυεθνικών εταιριών ενάντια στα κράτη και τη δυνατότητά τους να ρυθμίζουν την οικονομία και να προστατεύουν δημόσια αγαθά, όπως το περιβάλλον ή η δημόσια υγεία.
Επιβάλλουν έλεγχο και λογοκρισία στο διαδίκτυο μέσω ενός διεθνούς νομικού πλαισίου για την «προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων» και καταδικάζουν εκατομμύρια ασθενείς στις αναπτυσσόμενες χώρες με την «αποκλειστικότητα των δεδομένων» στην παρασκευή φαρμάκων, που στην ουσία σημαίνει ότι οι φτωχές χώρες δεν θα μπορούν πλέον να παράγουν φθηνά γενόσημα φάρμακα για να καταπολεμήσουν ασθένειες.
Το ερώτημα που μπορεί να τεθεί είναι, τι μας ενδιαφέρει εμάς η κατάργηση της T.T.P;
Η απάντηση είναι ότι, από το 2014 η ίδια συμφωνία με τον τίτλο η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων, TTIP προωθήθηκε από τις ΗΠΑ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και προβλέπεται η ένταξη συνολικά 28 χωρών στη συμφωνία αυτή, ανάμεσα τους και η Ελλάδα. Έτσι οι πολυεθνικές εξασφαλίζουν τα συμφέροντα τους σε βάρος της υγείας, και των δικαιωμάτων όλων μας. Και για να το πούμε ακόμα πιο απλά. Αν με την τελική υπογραφεί της συμφωνίας T.T.I.P μια θυγατρική εταιρεία προκαλέσει μια ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική καταστροφή σε μια ελληνική περιοχή το ελληνικό δημόσιο δεν θα μπορεί να μηνύσει την εταιρία ή να προσφύγει στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια για να ζητήσει αποζημιώσεις. Αντιθέτως η εταιρία, μπορεί να μηνύσει την Ελλάδα αν κρίνει ότι το ελληνικό κράτος έθιξε τα συμφέροντα της.
Παρομοίως, αν η ελληνική κυβέρνηση αποφασίσει αύξηση του κατωτάτου μισθού, δεν μπορεί να υποχρεώσει καμία πολυεθνική που δραστηριοποιείται στη χώρα μέσω θυγατρικών να δώσει την αύξηση αυτή. Μπορεί όμως να βρεθεί το ελληνικό δημόσιο κατηγορούμενο αν η εταιρεία κρίνει ότι η αύξηση αυτή επηρεάζει τα κέρδη της. Καθώς είμαστε χαμένοι στα προβλήματα της καθημερινότητας κανείς δεν θα μας πει για τη νέα συμφωνία TTIP, αν και μια δημοκρατική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει με κάθε λεπτομέρεια όταν πρόκειται για τέτοιου είδους συμφωνίες που παζαρεύεται το μέλλον των πολιτών και η ανεξαρτησία της χώρας.