Η Ισλανδία δεν θα ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με την EE σχετικά με την ένταξη της στο μπλοκ των 28 κρατών μελών, ανακοίνωσε το υπουργείο Εξωτερικών στο Ρέικιαβικ, επισημοποιώντας την προεκλογική υπόσχεση του κυβερνώντος κεντροδεξιού κόμματος από το 2013- όταν και ήρθε στην εξουσία- για πάγωμα των ενταξιακών συνομιλιών, ενω δήλωσε το ισλανδικό ΥΠΕΞ χαρακτηριστικά “Τα συμφέροντα της χώρας εξυπηρετούνται καλύτερα εκτός ΕΕ”.
Πρόκειται για μια χώρα υπόδειγμα που δεν επέτρεψε να μετατραπούν οι πολίτες της σε σύγχρονους δουλοπάροικους για να πληρώσουν χρέη που δεν δημιούργησαν οι ίδιοι, αντίθετα με ότι συνέβη στην Ελλάδα που οι πολίτες της “έσωσαν” οι ίδιοι τις τράπεζες χωρίς να ρωτηθούν με λεφτά που τους έδωσαν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι πολίτες.
Δηλαδή οι ιδιωτικές επιχειρήσεις που λέγονται τράπεζες σώθηκαν με τα χρήματα και τον μόχθο όλων των Ευρωπαίων πολιτών, και τώρα οι Έλληνες έιναι υποχρεωμένοι (έτσι οτυς λένε ΕΕ και εγχώρια ΜΜΕ) να πεθάνουν στον “τροχό” στον οποίο θα “αλέσουν” τις δικές τους ζωές όπως και των παιδιών τους, και των εγγονών τους.
“Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η Ισλανδία δεν είναι πλέον μια υποψήφια χώρα και ζητεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση να ενεργεί σύμφωνα με αυτό από τώρα και στο εξής” ανέφερε ανακοίνωση του ισλανδικού υπουργείου Εξωτερικών υπό τον Γκούναρ Μπράγκι Σβέινσον και μετά από σχετική επικοινωνία με την προεδρεύουσα Λετονία.
“Τα συμφέροντα της χώρας εξυπηρετούνται καλύτερα εκτός ΕΕ”, έγραψε σε μήνυμά του.
Η Ισλανδία είχε αρχίσει ενταξιακές συνομιλίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2009, αλλά μετά τις εκλογές και την άνοδο των ευρωσκεπτικιστών στην κυβέρνηση η λαϊκή υποστήριξη στο θέμα αυτό υποχώρησε.
Το νησιωτικό κράτος του βόρειου Ατλαντικού με τις 325.000 ψυχές βρέθηκε αντιμέτωπο με την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού του συστήματος το 2008, φέρνοντας τη χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας αφότου τρεις τράπεζες κατέρρευσαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Η Ισλανδία τότε αρνήθηκε να “κρατικοποιήσει” τις τραπεζικές απώλειες, αρνούμενη να αποζημιώσει τους κατόχους ομολόγων και άλλους επενδυτές – οι οποίοι δεν έχουν αποζημιωθεί ακόμη – και βγήκε επιτυχώς από την κρίση υποτιμώντας το νόμισμά της και επιβάλλοντας περιορισμούς κεφαλαίων.
Η Ισλανδία, η οποία είχε σχεδόν το ίδιο πρόβλημα με την Κύπρο, δυσανάλογο χρηματοπιστωτικό τομέα σε σχέση με την οικονομία της, προέβη και επαινέθηκε γι’ αυτό συχνά, στη ριζοσπαστική διαχείριση της τραπεζικής της κρίσης.
“Όταν όλοι οι άλλοι διάσωσαν τις τράπεζες και έκαναν τον κόσμο να πληρώσει, η Ισλανδία άφησε τις τράπεζες να καταρρεύσουν και ενίσχυσε το δίχτυ κοινωνικής προστασίας” έγραψε ο Πωλ Κρούγκμαν.
Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς ανέφερε σχετικά: “Αυτό που έκανε η Ισλανδία ήταν σωστό. Θα ήταν λάθος να φορτώσει κανείς τα λάθη του χρηματοπιστωτικού συστήματος στις επόμενες γενιές”.
Πριν δύο χρόνια δήλωσε στην Deutsche Welle o πρόεδρος της χώρας Όλαφουρ Γκρίμσον. «Η Ισλανδία κατάφερε να υπερβεί με επιτυχία την κρίση, επειδή την αντιμετώπισε με εντελώς διαφορετικό τρόπο από ό,τι οι χώρες της ευρωζώνης. Αφήσαμε τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν και δεν πληρώσαμε τους δανειστές που ευθύνονταν για την χρεοκοπία μας μέσω του άπληστου υπεραδανεισμού τους»
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ισλανδίας Όλαφουρ Γκρίμσον, η ανάκαμψη οφείλεται στο γεγονός ότι οι Ισλανδοί αντιμετώπισαν με εντελώς διαφορετικό τρόπο την κρίση σε σχέση με τις χώρες της ευρωζώνης. Και όπως επισήμανε στην Deutsche Welle ο πρόεδρος Όλαφουρ Γκρίμσον: «Κατ’ αρχήν διαπιστώσαμε νωρίς πως δεν πρόκειται μόνο για μια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, αλλά για μια βαθιά πολιτική και κοινωνική κρίση.
Και αυτό μας οδήγησε σε μεταρρυθμίσεις στα εν λόγω πεδία. Η Ισλανδία δεν έσωσε τις προβληματικές της τράπεζες. Επιδιώξαμε να αποδώσουμε δικαιοσύνη και παράλληλα να αλλάξουμε τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων. Ο δεύτερος λόγος της επιτυχίας είναι ότι δεν τηρήσαμε τις δυτικές συνταγές για την αντιμετώπιση της κρίσης».
Με λίγα λόγια η Ισλανδία δεν έκανε τίποτε για να διασώσεις τια τράπεζές της, όπως τονίζει ο Όλαφουρ Γκρίμσον, εξηγώντας τους λόγους. «Αφήσαμε τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν. Διερωτήθηκα πολλές φορές γιατί να αντιμετωπίζουμε τις τράπεζες σαν να είναι οι Άγιοι Τόποι της οικονομίας. Τι είναι αυτό που ξεχωρίζει τις τράπεζες από άλλες επιχειρήσεις; Οι τράπεζες είναι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις και όταν διαπράττουν μεγάλα λάθη θα πρέπει να χρεοκοπούν. Σε διαφορετική περίπτωση τους δημιουργούμε την εντύπωση πως μπορούν να παίρνουν μεγάλα ρίσκα χωρίς ευθύνη. Δεν γίνεται όταν έχουν επιτυχία να σημειώνουν μεγάλα κέρδη και όταν αποτυγχάνουν να καλείται ο φορολογούμενος να πληρώσει τον λογαριασμό», εξηγεί ο ισλανδός πρόεδρος.
Στην Ισλανδία τα πάντα παίχτηκαν σε πολύ λίγο χρόνο. Στις 15 Σεπτεμβρίου 2008, όταν πτώχευσε η Lehman Brothers, οι παγκόσμιες αγορές πάγωσαν τις πιστώσεις από τη μία ημέρα στην άλλη. Για τις τρεις μεγάλες ισλανδικές τράπεζες (Glitnir, Landsbanki, Kaupthing) η χρεοκοπία βρισκόταν προς των πυλών. Τα τρία ιδρύματα που είχαν χρηματοδοτήσει με δάνεια μία φρενήρη διεθνή επέκταση, είχαν απόλυτη ανάγκη τις αγορές.
Η κυβέρνηση επέλεξε τότε την δυναμική λύση και εξασφάλισε από το κοινοβούλιο την άδεια να αναλάβει τον έλεγχο των τραπεζών, ένα μήνα μετά, στις 9 Οκτωβρίου.
Για πρώτη φορά στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, πιστωτικά ιδρύματα που έχουν βαθμολογηθεί με τριπλό Α από τους οίκους αξιολόγησης χρεοκόπησαν και το λογαριασμό πλήρωσαν πιστωτές, μέτοχοι και ξένοι καταθέτες.
Το ισλανδικό κράτος επέλεξε να μην δανεισθεί για να διασώσει τα τραπεζικά μαμούθ.
“Η Ισλανδία αποτελεί προηγούμενο. Υιοθέτησε μία πολύ σκληρή γραμμή και ήταν απολύτως απομονωμένη, αντίθετα από την Κύπρο”, σχολιάζει ο Νικολά Βερόν του κύκλου Bruegel των Βρυξελλών.
Μόνο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο βοήθησε την Ισλανδία. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι, η Ισλανδία του 2008, σκέφτονταν ακόμα και τον δανεισμό από την Μόσχα, αλλά τελικά προτίμησαν απλώς να αφήσουν τις τράπεζες να χρεωκοπήσουν και όπως αποδείχθηκε έπραξαν σωστά.
Τεσσεράμισι χρόνια αργότερα, αυτή η σφοδρή κρίση έχει αφήσει βαθιές ουλές στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ισλανδίας, που θα χρειασθεί καιρός για να επουλωθούν. Η χώρα έχει περάσει μία μακρά φάση αναδιάρθρωσης των ιδιωτικών χρεών, είτε αυτό αφορά τις επιχειρήσεις, είτε τα νοικοκυριά που είχαν δανεισθεί ελβετικά φράγκα για την αγορά κατοικίας. Πιστωτές και χρεώστες έχουν βαθιά σημάδια από τις υπερβολές της δεκαετίας του 2000.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι τράπεζες παραμένουν υπερβολικά εξαρτημένες από τις “αιχμάλωτες” καταθέσεις στην Ισλανδία. Οι έλεγχοι διακίνησης κεφαλαίων που θεσπίστηκαν από το 2008 τις περιορίζουν εκεί για μεγάλο διάστημα ακόμη. Τον Νοέμβριο, το ΔΝΤ προέβλεπε ότι θα παραμείνουν εκεί τουλάχιστον μέχρι το 2015.
Χωρίς αυτούς τους περιορισμούς, οι καταθέτες θα έβγαζαν τα χρήματά τους από την Ισλανδία, όπου οι ευκαιρίες …. είναι μηδαμινές, με την μαραζωμένη αγορά στέγης, το μικροσκοπικό χρηματιστήριο του Ρέικιαβικ και την εξαφάνιση των περίπλοκων και προσοδοφόρων τραπεζικών προϊόντων.
Η απομόνωση αυτή, που αποθαρρύνει τους ξένους, έχει συμβάλει στην μείωση της μερίδας των επενδύσεων στο ΑΕΠ στο 14% το 2012, στο ήμισυ σε σχέση με το 2007.
Μετά την ανάκαμψη κατά το διάστημα 2010-2011, η ανάπτυξη του 2012 ήταν ισχνή. Ωστόσο συνοδεύθηκε από ταχεία μείωση της ανεργίας, η οποία τον Φεβρουάριο έπεσε κάτω από το 5% για πρώτη φορά από το 2008.
Η Ισλανδία εξασφαλίζει εισροή ξένου συναλλάγματος από την αλιεία και την αύξηση της τουριστικής κίνησης. Το 2012 το νησί υποδέχθηκε 672.000 ξένους επισκέπτες, 19% περισσότερους από το 2011, που ισοδυναμεί με το διπλάσιο του πληθυσμού τους.
Αυτό που απέδειξε η μικρή Ισλανδία είναι ότι μια χώρα που θέλει να σταθεί στα πόδια της μπορεί (με κόπο και ιδρώτα φυσικά) να πετύχει, και σίγουρα να μην εξαφανσιτεί από τον χάρτη. Παραδόξως τα ΜΜΕ δεν αναφέρονται ποτέ σε αυτήν. Πιο πιθανό είναι να ακουστούν σστις ειδήσεις τα Νησιά Φερόες ή η Ανδόρα.